Δευτέρα 31 Ιουλίου 2017

Επιδαύριος Ειρήνη!!!





Επιδαύριος Ειρήνη


21 Ιουλίου 2017, παρασκευή απόγευμα και κατηφορίζουμε για Επίδαυρο. Αγαπημένο μέρος, ωραία βραδυά και μια άκρως σημειολογική παράσταση "ΕΙΡΗΝΗ".
Μελέτησα το έργο μέρες πριν , οπότε ήμουν αρκετά διαβασμενη, και μπορώ να πώ απο τα καλύτερα έργα του Αριστοφάνη, ο οποίος τελικά μου αρέσει πολύ.

Εχει έναν ιδιαίτερο τρόπο, πολύ ευρηματικό και καυστικό να μιλά για τα προβλήματα της εποχής του, δεν είναι δουλικός με τους θεούς,που δεν τους αφήνει σε ησυχία και καταπιάστηκε με πολύ σημαντικές και διαχρονικές έννοιες.
Επίσης θα ήθελα να τονίσω ότι μπορεί να είναι αθυροστομος , αλλά στις σημερινές παραστάσεις και διασκευές  το εχουν παρακάνει, με το πρόσχημα αυτό.
Με την κουβεντούλα φθάσαμε τελικά στο υπέροχο χώρο της Επιδαύρου, μας καλοδέχθηκε το άρωμα της λυγαριάς με τα μώβ και άσπρα λουλουδάκια της, που είναι κατάσπαρτη .

Η ιστορία ξεκινά κάπως έτσι

Ο Τρυγαίος, πολίτης της Αθήνας, είναι απελπισμένος από τον αλληλοσπαραγμό Αθήνας - Σπάρτης και αποφασίζει να ανέβει ο ίδιος στον Δία για να τον ρωτήσει ποιος είναι ο σκοπός του και αφήνει τις ελληνικές πόλεις να αλληλοσφάζονται. Φτάνει με τον "σκάθαρο" τον οποίο έκτρεφε από καιρό γι' αυτόν τον σκοπό και βρίσκει τον Ερμή που του λέει ότι ο Πόλεμος είναι τώρα μόνος του στον Όλυμπο και έχει φυλακίσει την Ειρήνη σε ένα βάραθρο. Ο Τρυγαίος αποφασίζει να την απελευθερώσει και να την φέρει πάλι στη γη.


"Δία Δία! Που το πας Δία, άσε τη σκούπα!

Μη τη σαρώνεις την Ελλάδα ολόκληρη"!


ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δία! Τι θα τον κάνεις τον κόσμο μας!
Τη λατρεία σου σβήνεις - τελείωσες
αν τις διαλύσεις όλες τις πόλεις σου!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Να το κακό που σας έλεγα! Να!
Την καταλάβατε την τρέλα του τώρα.
Να σας πω τι πρωτόπε όταν πρωτοάρχισε.
Αναρωτιόταν και έλεγε "πως θα μπορούσα
να φτάσω, πως, αμέσως στο Δία;"
Και ύστερα έφτιαχνε σκαλίτσες λεπτές και σκαρφάλωνε πάνω τους,
μέχρι που τσάκισε το κεφάλι του πέφτοντας
και χτες - σε απόγνωση - δεν ξέρω πως
έφερε έναν τρανό σκατομπούμπουλα της Αίτνας - τεράστιο,
να τον φροντίζω μ' ανάγκασε
κι αυτός τον ημέρωνε σαν πουλαράκι
και τον κανάκευε κι έλεγε.
"Πηγασάκι μου. Πέτα μου. Πάρε με και πάμε στο Δία αμέσως".
Τώρα θα σκύψω να κοιτάξω τι κάνει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Γιατί πετάς άδικα ψηλά στον ουρανό!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Για το καλό των Ελλήνων πετώ.
Μηχανεύτηκα πρωτάκουστο τόλμημα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Γιατί πετάς; Παλάβωσες άδικα!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σιωπή και ευλάβεια - και
μην κακομελετάς. Μίλα με δέος.
Πες στον κόσμο να σωπάσουν και να χτίσουν καινούργιους κοπρώνες.
Και να βάλουν τάπες.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Δεν θα σιωπήσω αν δεν μου πεις που πας να πετάξεις.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στον ουρανό, για το Δία. Τι άλλο!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Τι έχεις στο νου σου;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Να τον ρωτήσω για τους Έλληνες όλους τι πάει να τους κάνει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Κι αν δεν σου πει;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Θα τον καταγγείλω ότι προδίνει την Ελλάδα στους Μήδους.
 ΚΟΡΗ

Ποιο δρόμο θα πάρεις; Εκεί στα ψηλά καράβι δεν πάει.


ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Με φτερωμένο πουλάρι θα πάω, όχι καράβι.

ΚΟΡΗ
Πως σου ήρθε ιδέα σκαθάρι να ζέψεις και να πας στους θεούς;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στους μύθους του Αισώπου, ο Σκάθαρος μόνο
απ' τα πετούμενα όλα πήγε πετώντας.

ΚΟΡΗ
Ψέματα είναι ο μύθος του Αισώπου
- πως ως τους θεούς πήγε ο βρωμοσκάθαρος.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πήγε από έχθρα παλιά στον Αετό -
να του φάει τ' αβγά για εκδίκηση.

ΚΟΡΗ
Πήγασο έπρεπε να ζέψεις πατέρα.
Θα φαινόσουν στους θεούς ήρωας τραγωδίας.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα θα θέλει διπλάσια τρόφιμα κόρες μου.
Τώρα όμως, με όσα θα τρώω
μ' αυτά θα χορταίνω και τούτον τον σκάθαρο.

ΚΟΡΗ
Κι αν πέσει στη θάλασσα πως θα σωθείς αφού δεν έχει φτερά;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έχω τούτο το πηδάλιο. Γι' αυτό θα μπορέσω.
Το καράβι μου θα είναι Ναξιώτικο σκαθάρι!

ΚΟΡΗ
Ποιο λιμάνι θα σε δεχτεί όταν γυρίσεις;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στον Πειραιά υπάρχει όρμος Κανθάρου.

Βλέπει τάχα κάποιον κάπου)

Ε! συ! Που τα κάνεις εκεί στου Πειραιά στα πορνεία. Αμάν!
Θα με πάρεις στο λαιμό σου, θα χαθώ!
Σκάψε. Σκέπασέ τα!!
Φύτεψε πάνω τους χόρτα και άνθη και μύρα ρίξε τους.
Αν πέσω και πάθω τίποτα
πέντε τάλαντα θα δώσουν για το χαμό μου οι Χιώτες
και θα φταίει ο πισινός σου.
Το φοβάμαι στ' αλήθεια, δεν το λέω για πείραγμα.
Ε! Εσύ! Χειριστή του μηχανήματος! Ε!
Το νου σου, ζαλίζομαι - γουργουρίζει η κοιλιά μου.
Σιγότερα λίγο. Θα χορτάσω το σκάθαρο.
Φτάσαμε όμως, έτσι μου φαίνεται,
βλέπω καθαρά την πόρτα του Δία.
Ποιος είναι στην πόρτα εδώ; Θα μου ανοίξει;

(Έφτασαν στην πύλη, τη χτυπάει. Βγαίνει ο Ερμής)


Από πού ακούγεται φωνή θνητού; Πω πω Ηρακλή μου!

Τι είναι αυτό το τέρας!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Είμαι ο Τρυγαίος απ' το Δήμο Αθμωνίας,
καλός αμπελουργός
- όχι συκοφάντης και ταραχοποιός.


ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και γιατί έφυγαν οι θεοί;

ΕΡΜΗΣ
Θύμωσαν με τους Έλληνες.
Εδώ στη θέση τους έβαλαν τον Πόλεμο
και σ' αυτόν σας ανάθεσαν, να σας κάνει ό,τι θέλει.
Οι ίδιοι, που έφυγαν, πήγαν στα ύψη
να μην ακούν άλλο τις παρακλήσεις σας πια
και νασας βλέπουν να σφάζεστε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και γιατί μας τα κάνουν αυτά;

ΕΡΜΗΣ
Επειδή προτιμάτε τον πόλεμο, είπαν,
αν και συχνά σας έσπρωξαν να φιλιώσετε.
Μα όταν οι Λάκωνες νικούσαν λιγάκι...
"ναι, μα το θεό, οι Αττικοί θα το πληρώσουν"
έτσι θριαμβολογούσαν
και αν κάτι καταφέρνατε εσείς οι Αττικοί
και έρχονταν οι Λάκωνες τότε για ειρήνη,
λέγατε ευθύς "μα την Αθηνά, μα το Δία, δεν πειθόμαστε.
Αν κρατήσουμε την Πύλο θα μας ξαναρθούν".

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ναι... ο χαρακτήρας μας έτσι είναι.

ΕΡΜΗΣ
Γι' αυτό δεν ξέρω αν θα ξαναδείτε την ειρήνη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Που να πήγε τώρα;

ΕΡΜΗΣ
Την έριξε ο Πόλεμος σε ένα βαθύ πηγάδι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σε ποιο;

ΕΡΜΗΣ
Σε τούτο εδώ κάτω. Και βλέπεις τι πέτρες
έριξε πάνω, για να μην την πάρετε έξω ποτέ.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πες μου για μας τι έχει στο νου του;

ΕΡΜΗΣ
Δεν ξέρω. Αποβραδίς όμως έφερε ένα γουδί τόοοοσο μεγάλο...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι να το κάνει τέτοιο γουδί;

ΕΡΜΗΣ
Σκέφτεται να στουμπίσει τις πόλεις σας μέσα.
Φεύγω όμως τώρα, εξάλλου θα βγει, ακούω θόρυβο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ, αχ ο έρμος, να φύγω κι εγώ.
Τρίψιμο γουδιού άκουσα μέσα...
Πολεμιστήριο σάλπισμα!

(Ο Ερμής φεύγει, ο Τρυγαίος παραμερίζει. Βγαίνει ο Πόλεμος με το τεράστιο γουδί)

.........................................

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τώρα ταιριάζει το τραγούδι του Δάτη
που έλεγε κάποτε μέσα στη μεσημεριάτικη ζέστη
"αχ τι καλά και γλυκά και ευφρόσυνα"!
Τώρα Έλληνες είναι καλή η ευκαιρία
να γλιτώσουμε απ' τις μάχες και τα δύσκολα
και την Ειρήνη τη γλυκιά να ανασύρουμε,
πριν μας προλάβει άλλο γουδοχέρι.
Ω γεωργοί και τεχνίτες και έμποροι
και ξένοι και μέτοικοι και νησιώτες και άλλοι.
Όλος ο κόσμος. Όλοι ελάτε.
Πάρτε και τρέξτε. Με σκοινιά και λοστούς!
Τώρα καιρός να αρπάξουμε πάλι
της καλής μας θεάς τις χαρές και τις γλύκες.

(Έρχονται Αθηναίοι γεωργοί και άλλοι. Είναι ο Χορός - μπαίνει με χορό και τραγούδια)

ΧΟΡΟΣ
Όλοι πρόθυμοι εδώ, γραμμή για τη σωτηρία!
Να βοηθήσουμε Πανέλληνες όσο ποτέ
δίχως όπλα παρατάξεις και αιματηρά χτυπήματα.
Τούτη η μέρα έλαμψε αντιπολεμική.
Πες λοιπόν τι πρέπει και κάνε και οδήγα,
δισταγμοί και σιωπές δεν πρέπουν σήμερα.
Με σχέδιο και μόχθο να τη σύρουμε πρέπει
να λάμψει στο φως
η θεά η τρισμέγιστη και φίλη του Βάκχου.


ΟΡΟΣ
Μη Δέσποτα Ερμή, μην το πεις, μη!
Αν σου πρόσφερα ποτέ παχουλό γουρουνάκι
και το 'φαγες
μην το ξεχνάς σαν το τίποτα τώρα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ακούς τι και πως σε ικετεύουν ω Δέσποτα;

ΧΟΡΟΣ
Μην πας ενάντια. Παρακαλούμε θερμά
άσε να τη σύρουμε
άσε να την πάρουμε μεγαλωδόρατε και φιλανθρωπότατε
απ' όλους τους θεούς -
αν του Πείσανδρου την έπαρση και το χαρακτήρα σιχαίνεσαι.
Εμείς, ω άρχοντα, θα σου κάνουμε πάντα
θυσίες και δώρα μεγάλα να χαίρεσαι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ερμή σε ικετεύω, την ικεσία τους ελέησε,
πιο πολύ τώρα σε τιμούν από πριν,
πιο πολύ τώρα κλέφτες απόγιναν.
Και θα σου πω ένα πράγμα δεινό και μεγάλο
που όλους τους θεούς αφορά. Στο κακό τους.

ΕΡΜΗΣ
Πες το, έλα. Ίσως με πείσεις.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Η Σελήνη και ο Ήλιος ο πανούργος
σας επιβουλεύονται καιρό.
Στους βάρβαρους προδίνουν την Ελλάδα!

ΕΡΜΗΣ
Γιατί το κάνουν τέτοιο πράγμα;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Διότι, μα το Δία, εμείς θυσιάζουμε σε σας
και οι βάρβαροι σ' αυτούς
και θέλουν γι' αυτό να μας χαλάσουν ολότελα -
να πάρουν αυτοί τις λατρείες των θεών.

ΕΡΜΗΣ
Γι' αυτό και αυτοί αλληλοκλέβονται πάντα
και τρώει ο ένας απ' τον κύκλο του άλλου;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ναι, μα το Δία
Γι' αυτό φίλε Ερμή βοήθα μας πρόθυμα
τράβα μαζί να τη βγάλουμε
και θα κάνουμε μεγάλα Παναθήναια για χάρη σου
και όλες τις άλλες γιορτές για τιμή σου,
και Διπόλεια θα κάνουμε και Αδώνια
και οι άλλες οι πόλεις που θα σώζονται, όλες,
θα σε τιμούνε, Ερμή, παντού σαν σωτήρα.
Και πολλά άλλα θα 'χεις.
Και πρώτα απ' όλα τούτο το χρυσό κανατάκι
να το 'χεις, να κάνεις σπονδές.

ΕΡΜΗΣ
Αχ, πάντα τα χρυσαφικά με κάνουν σπλαχνικό.
Έργο σας τώρα! Με τις αξίνες σας γρήγορα
Τραβάτε τις πέτρες!

ΧΟΡΟΣ
Θα τις τραβήξουμε εμείς. Και για χάρη μας, εσύ,
των θεών ω σοφότατε,
για ό,τι πρέπει να κάνουμε δίνε μας τις συμβουλές σου.
Κι ως προς τα άλλα υπηρέτες σου θα είμαστε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα εσύ, γρήγορα κάνε. Κράτα το κύπελλο
να τον γεμίσω κρασί να ευχηθούμε.

ΕΡΜΗΣ
Σπονδές. Σπονδές!
Ησυχία. Ησυχία!

(Κάνουν σπονδές και εύχονται)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Με τις σπονδές μας ευχόμαστε
τούτη η μέρα να είναι αρχή μεγάλων καλών
για τους Έλληνες όλους.
Κι όποιος πρόθυμα βοηθήσει
και τραβήξει το σχοινί και τη βγάλουμε
ποτέ του μην πιάσει ασπίδα αυτός.

ΧΟΡΟΣ
Μα το Δία, να περάσει τη ζωή εν ειρήνη
και δίπλα στο τζάκι να κάθεται μαζί με την εταίρα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Οι γεωργοί μόνο σέρνουν. Άλλος κανένας.

ΧΟΡΟΣ
Έλα τώρα. Έλα όλοι.

ΕΡΜΗΣ
Όλοι μαζί. Κοντεύουμε.

ΧΟΡΟΣ
Λίγο ακόμα! Όχι λάσκα. Πιο γερά. Πιο γερά.

ΕΡΜΗΣ
Έτσι μπράβο. Τελειώνει.

ΧΟΡΟΣ
Έλα τώρα ωπ! Έλα όλοι ωπ!
Έλα ωπ ωπ ωπ.
Έλα όλοι. Όλοι ωπ! Ωπ! Ωωωπ!

(Ανασύρεται η Ειρήνη με την Οπώρα και τη Θεωρία μαζί)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ω Σεβάσμια σταφυλόδωρη! Πώς να σε πω!
Που να βρω λόγο, να σε προσφωνήσω,
πώς να απαριθμήσω τα χιλιάδες σου χαρίσματα!
Δεν είχα προετοιμαστεί.
Χαίρε Οπώρα! Χαίρε Θεωρία!
Τι όμορφη είσαι Θεωρία μου! Αχ!
Η πνοή σου γλυκιά... την ψυχή μου ευφραίνει
σαν μύρου φάντασμα. Και απόλεμος βίος!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άκουσε κόσμε.
Οι γεωργοί να πάρουν τα σύνεργα τώρα
και να παν στα χωράφια τους
δίχως ακόντια και ξίφη και δόρατα.
Όλα πια τώρα γέμισαν πάλι γλυκούλα ειρήνη.
Ο καθένας σας τώρα στη δουλειά στο χωράφι του
εμπρός τραγουδώντας.

ΧΟΡΟΣ
Ω μέρα πόθου των γεωργών και δικαίων!
Σε είδα και χαίρομαι.
Και θέλω να χαιρετήσω τις συκιές και τ' αμπέλια
που φύτεψα μόνος μου
και χρόνια πολλά τα λαχταρά η ψυχή μου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα το Δία, λάμπει η τσάπα σαν πανοπλία
και τα δίκρανα αστράφτουν στον ήλιο!
Τα αυλάκια στ' αμπέλια ν' ανοίξουν καλά.
Κι εγώ λαχταρώ να βρεθώ στο χωράφι
και σαν τρίαινα πάνω του τη δικέλλα να παίξω
μετά από χρόνια.
Τώρα το φαγοπότι το παλιό θυμηθείτε
που η Ειρήνη μας έδινε τα χρόνια εκείνα,
τα μύρτα, τα σύκα, το κρασί το ολόγλυκο
την ιτιά στο πηγάδι, τις ελιές
- αχ λαχτάρα -
και για όλα ετούτα
τη θεά προσφωνήστε.

ΧΟΡΟΣ
Χαίρε που ήρθες στους γιορταστές σου γλυκιά μας.
Έλιωνα για σένα, απ' τα βάθη της ψυχής μου ήθελα
να συρθώ στα χορτάρια.
Δώρο παμπόθητο το ύψιστο ήσουν
για μας που περνούσαμε τη ζωή στα χωράφια.
Τα αγαθά σου μας έδινες,
στον καιρό σου, παλιά, πολλά σου μας χάριζες
γλυκά και αναίμακτα,
για τους αγρότες ήσουν ψωμί και σωτήρας.
Για σένα τ' αμπέλια και οι νέες συκιές
και όλα της γης, θα χαρούν και θα λάμψουν.
Που ήταν όμως όλα τα χρόνια η θεά μακριά μας;
Πες μας να μάθουμε καλέ μας θεέ.

ΕΡΜΗΣ
Γεωργοί μυαλωμένοι, νιώστε τα λόγια μου
αν θέλετε να μάθετε πως χάθηκε η Ειρήνη.
Την αρχή την έκανε ο Φειδίας που έφταιξε
και μετά ο Περικλής, απ' το φόβο του μήπως
η κλεψιά του Φειδία πέσει επάνω του
- καθώς και σας ήξερε πόσο δαγκώνετε -
πριν φτάσει και πάθει μηδέ το ελάχιστο,
την πόλη πυρπόλησε.
Μικρούλα σπιθούλα το μεγαρίτικο ψήφισμα
και φούντωσε τόσος ξεφυσώντας ο πόλεμος
που όλοι οι Έλληνες - οι εδώ και οι εκεί -
απ' τον καπνό καταδάκρυσαν.
Και μαράθηκαν τ' αμπέλια μόλις το άκουσαν
και το ένα πιθάρι κλώτσησε το άλλο
και κανένας δεν έμπαινε ανάμεσά τους
και η Ειρήνη χανόταν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα τον Απόλλωνα, αυτά δεν τα ήξερα!
Ούτε και άκουσα πως ο Φειδίας είχε τέτοια σχέση!


ΕΡΜΗΣ
Και τότε οι πόλεις που στο πέλμα τις είχατε
επειδή τον τριγμό των δοντιών τον άκουσαν
και είχαν το μίσος ανάμεσα
απ' το φόβο των φόρων τα μηχανεύτηκαν όλα
να τα κάνουν ενάντιά σας -
γι' αυτό δωροδόκησαν τους ισχυρούς Σπαρτιάτες,
που κι αυτοί παραδόπιστοι και πάντα μεγάλες
κάνουν προς τους ξένους απάτες
αδιάντροπα την Ειρήνη την έδιωξαν
και τον πόλεμο άρπαξαν.
Έτσι, για κέρδος, τους γεωργούς τους συμφόριασαν,
αφού τα καράβια σας που πήγαν στα μέρη τους
να πάρουν εκδίκηση
των αγαθών γεωργών τα σύκα κατάτρωγαν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δίκαια έκαναν. Και μένα αφού τη συκιά μου
εκείνοι την εκοψαν...

ΧΟΡΟΣ
Δίκαιο ήταν, μα το Δία. Και σε μένα ρίξαν πέτρες,
τις κυψέλες μου χάλασαν, εκατό κιλάκια μέλι.

ΕΡΜΗΣ
Κι έπειτα ο λαός απ' τα χωράφια που έτρεξε και
μπήκε στα τείχη,
την κοροϊδία που έπεφτε δεν τη έβλεπε
κι αφού λείπαν τα σύκα και σταφύλια δεν είχαν
βλακοστράφηκε όλος στους πολιτικούς, που το ξέρουν
οι φτωχοί δεν μπορούν και δεν έχουν ψωμί -
και με φωνές σαν δικράνες τη θεά μας την
έδιωχναν - που από αγάπη για τη γη της
μόνη της ερχόταν
και όσους από τους σύμμαχους ήταν γεροί και χορτάτοι
σε δίκες τους έσερναν
ότι τάχα συμφωνούσαν στου Βρασίδα τα σχέδια.
Κι ύστερα εσείς σαν σκυλιά τους δαγκώνατε
διότι η πόλη φοβοκίτρινη και άπραγη
τις κατηγόριες που κάποιος αμόλαγε, όλες,
με χαρά τις κατάπινε.
Και οι σύμμαχοι βλέποντας τι χτύπημα πάθαιναν,
με χρυσάφι το στόμα των κατηγόρων βούλωναν
και τους έφτιαχναν πλούσιους
και η χώρα ρημάζοντας κι εσείς πέρα βρέχει.
Κι όλων ο φταίχτης ο δερματέμπορας ήταν.


ΕΡΜΗΣ
Πες μου τι σκέφτεσαι γι' αυτούς, αγαπημένη.
Έλα του πολέμου η άσπονδη. Έλα. Ακούω.

(Ο Ερμής σκύβει στο αυτί της Ειρήνης και μιλά και ακούει)

Αυτό; Το κατάλαβα!
Ακούστε γιατί σας έχει παράπονο.
Ήρθε, λέει, μετά απ' την Πύλο, από μόνη της ήρθε
και έφερε κιβώτιο γεμάτο συνθήκες
και σεις τη χουγιάξατε!
Τρεις φορές τη χουγιάξατε στην Εκκλησία του Δήμου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σφάλαμε. Συγνώμη.
Τότε το νου μας τομάρια τον τύλιγαν.


ΕΡΜΗΣ
Και τώρα να σας πω τι ρωτούσε προ ολίγου.
Στην Πνύκα λέει τώρα ποιος κρατάει το βήμα;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ο Υπέρβολος διευθύνει.

(Η Ειρήνη μόλις άκουσε αποστρέφεται)

Ε, συ. Τι κάνεις; Γιατί στρέφεις το κεφάλι;

ΕΡΜΗΣ
Αποστρέφεται το δήμο.
Αηδίασε που διάλεξε αυτόν για προστάτη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα δεν θα τον έχουμε προστάτη καθόλου.
Δεν είχαμε, απλά, επίτροπο τώρα.
Ο δήμος ήταν γυμνός.
Στη γύμνια μας επάνω τον ζωστήκαμε!

ΕΡΜΗΣ
Πως θα προκόψει η πόλη με τέτοια; Έτσι ρωτά.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Θα αποφασίζουμε καλύτερα πες της.

ΕΡΜΗΣ
Με ποιον τρόπο;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Λυχναράς είναι αυτός. Στο σκοτάδι ως τώρα.
Τα ψηλαφούσαμε μόνο.
Τώρα όμως όλα στο φως θα τα βλέπουμε.



ΕΡΜΗΣ
Καταπιές χαμομήλι από πάνω κι εντάξει.
Γρήγορα τώρα πάρε και τη Θεωρία


να την πας στη Βουλή - εκεί ήταν πρώτα.


ΧΟΡΟΣ
Πήγαινε στο καλό.
Και μεις όσα σύνεργα για το ξέθαμα είχαμε
στους βοηθούς θα τα δώσουμε φύλαξη να 'χουν,
γιατί πλήθος κλεφτάδες - και αυτό συνήθεια έγινε -
τριγυρνούν στις σκηνές και ψάχνουν σκυμμένοι
να αρπάξουν τα πάντα.
Να τα φυλάτε καλά.
Τώρα θ' ανοίξουμε δρόμο στη γλώσσα
να ξεφορτώσει ο νους στους θεατές όσα έχει.
Όποιος συγγραφέας κωμωδίας βγει στο κοινό
και παινεύεται μόνος του, με τον τρόπο αυτόν,
να τον χτυπούν οι ραβδούχοι.
Εάν όμως πρέπει - και δίκαιο είναι - κόρη του Δία
να τιμήσει κανείς του είδους τον άριστο,
άξιος τότε επαίνου μεγάλου
είναι ο δικός μας ο δάσκαλος μόνο.
Πρώτα που είναι αυτός που σταμάτησε
τα αστεία για ψείρες, και για ρούχα κουρέλια
και για Ηρακλείδες αχόρταγους
που όλο και ζύμωναν και όλο πεινούσαν
και τους δούλους κατάργησε,
στη σκηνή ολοένα που έβγαιναν κλαίγοντας
και συνέχεια το 'σκασαν και έτρωγαν ξύλο
για το λόγο και μόνο ένας άλλος τους σύνδουλος
απ' το ξύλο να πάρει αφορμή να ρωτήσει
κάνοντας πλάκα
"αχ αχ καημένε! το δέρμα σου έπαθε;
μήπως και όρμησε στη ράχη σου βούρδουλας
γερός γουρουνόπετσος και σ' τη χαράκωσε όλην;"
Τέτοιες κρυάδες χοντράδες και βρώμικα αστεία
τα έβγαλε κι έκανε τέχνη μεγάλη
σαν τεράστιο πύργο - με λόγια ωραία
και γερούς στοχασμούς και επιπέδου αστεία.
Ούτε γυναίκα κορόιδεψε, ούτε ανθρωπάκια,
αλλά με ηράκλεια οργή στους μεγάλους ριχνόταν
μέσα από βρώμες βαριές τομαριών κι απειλές βορβορόψυχες.
Και πρώτα απ' όλα στον Καρχαρόδοντα ρίχτηκε
που έβγαζαν λάμψεις τα μάτια του Κύννας
και ολόγυρα σκούζαν εκατοκόλακα στόματα
και οι γλώσσες τους γλείφαν
και που είχε φωνή σαν βουή ρεματιάς
και βρώμαγε φώκια και πισινό καμήλας
και τ' απόκρυφά του άπλυτα σαν τη Λάμια.
Τέτοιο τέρας που είδε δεν τον φόβισε,
αλλά για σας πολεμώντας και για τ' άλλα νησιά
ακράτητος ήταν,
γι' αυτό τώρα, δίκαιο υπόψη να τα 'χετε
και να του δώσετε ψήφο για πρώτο βραβείο.
Εξάλλου και άλλοτε που πήρε το πρώτο
δεν τριγυρνούσε στις παλαίστρες σαν άλλους τεκνά καμακώνοντας
αλλά μάζεψε τα πράγματά του και αμέσως στο σπίτι του πήγε
λίγους λυπώντας, τους πολλούς κατευφραίνοντας
και αυτό που έπρεπε να κάνει έκανε.
Γι' αυτό πρέπει όλοι με το μέρος μου
να 'σαστε - και άντρες και παιδιά -
και οι φαλακροί παρακαλώ
να συντρέξουν στη νίκη μου.
Αν νικήσω εγώ, όλοι θα λένε
"φέρε στο φαλακρό να πιεί
φέρε μεζέ να πάρει,
μη στερείς τον ποιητή τον γενναιότατο
που έχει μέτωπο αντρίκειο και καθαρό.
Μούσα, έλα διώξε τον πόλεμο και με μένα το φίλο σου, χόρεψε
και τραγούδα για γάμους και γιορτές αθανάτων
και συμπόσια θνητών. Αυτά προστατεύεις.
Κι αν έρθει ο Καρκίνος
να χορέψει με τους γιους του αντίκρυ
μην τον ακούς και μην πας μαζί του
και μάθε πως είναι ορτύκια οικόσιτα, χορευτάδες χοντρόλαιμοι
και γιδίσιες ακαθαρσίες και σωστοί τσαρλατάνοι.
Ο πατέρας είπε πως το έργο που έγραψε
και παραλίγο θα παιζόταν
πήγε απόβραδο και το 'φαγε γάτα.

Ωραία τραγούδια για τις όμορφες Χάριτες
πρέπει να φτιάχνει ο σοφός ποιητής
σαν χελιδόνι που κελαηδεί ανοιξιάτικα
και να μην ανεβάζει έργο ο Μόρτιμος
ούτε ο Μελάνθιος,
που τη στριγγλιάρα φωνή του την άκουσα
όταν ανέβασαν έργο
τραγουδώντας αυτός κι ο αδερφός του - οι δυο.
Γοργόνες τρισλαίμαργες, ψαροφάγες και Άρπυες
λαγνόγριες άγριες με βρώμικες μασχάλες.
Βγάλε και ρίξε τους στα μούτρα ροχάλα
Μούσα θεά - και έλα μαζί μου και γιόρτασε.


Επιστρέφει ο Τρυγαίος με την Οπώρα και τη Θεωρία. Βγαίνει ένας υπηρέτης)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ δύσκολο να 'ρθεις απ' τους θεούς κατευθείαν!
Τα σκέλη μου πιάστηκαν.
Μικροί ήσασταν από πάνω που έβλεπα
τιποτένιοι φαινόσασταν,

από κοντά που σας βλέπω, πιο τιποτένιοι.

ΠΗΡΕΤΗΣ
Είδες πουθενά στον αέρα άλλον εκτός από σένα;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όχι. Μόνο δυο τρεις διθυραμβοπλόκες ψυχές.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι έφτιαχναν;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πετούσαν και μάζευαν στιχάκια γεμάτα φως, αέρα, ήχο.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αληθεύει που λένε ότι γίνεται αστέρι όποιος πεθάνει;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αληθεύει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και τώρα εκεί ποιος είναι άστρο;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ο Ίωνας ο Χίος, που έγραψε εδώ το "Αυγερινός"
κι εκεί μόλις πήγε Αυγερινό τον φώναζαν.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και τα άστρα που καίγονταν τρέχοντας τι είναι;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πλούσια άστρα επιστρέφουν από δείπνο
και κρατούν φαναράκια και μέσα έχουν φωτιά.
Πάρε όμως τώρα τούτη την Οπώρα και πήγαινε μέσα
και γέμισε νερό τη λεκάνη
και στρώσε γι' αυτήν και για μένα
κρεβάτι - και καν' τα και έλα.
Εγώ στο μεταξύ θα πάω στη Βουλή τη Θεωρία και θα 'ρθω.
 ΤΡΥΓΑΙΟΣ

Έλα τώρα να πάμε τη Θεωρία στη Βουλή

να την παραδώσουμε όπως πρέπει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αυτήν; Τι λες; Αυτή είναι η Θεωρία
που τότε μεθυσμένοι στη Βραυρώνα τη βαρούσαμε;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αυτή είναι. Και δύσκολα την έπιασα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ω αφέντη! Κοίτα τι όμορφη είναι!

(Ο Τρυγαίος προς τους θεατές)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Εντάξει. Ποιος από σας είναι τίμιος τώρα
να την πάρει να την πάει στη Βουλή και μάλιστα ανέγγιχτη;
Ε, συ! Τι κάνεις κύκλους με το χέρι σου;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Στήνω αντίσκηνο στα Ίσθμια να μπω μέσα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Λοιπόν; Ποιος θα τη φυλάξει; Έλα κορίτσι μου.
Θα σε πάρω να σε βάλω ανάμεσα τώρα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Εκείνος αφέντη εκεί κάνει νόημα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ

Ποιος;


ΥΠΗΡΕΤΗΣ

Ποιος; Ο Αριφάδης! Παρακαλά να την πας.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα καημένε αυτός...
Θα γονατίσει μπροστά της θα της πιεί το ζουμί.
Έλα κόρη μου. Βγάλε ακούμπα τα ρούχα σου κάτω. Έτσι.
Βουλή και Πρυτάνεις! Θαυμάστε τη Θεωρία!

Κοιτάξτε αγαθά που σας φέρνω ωραία!

Δείτε πόσο όμορφη είναι!


ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και θερμή!
Η πυροστιά της Βουλής ήταν εκεί
πριν απ' τον πόλεμο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι από αύριο κιόλας μπορείτε να κάνετε
αγώνες μαζί της.
Πάλη κατάχαμα, από πίσω στα τέσσερα
ή πλάγια πέφτοντας ή και στα γόνατα
και παγκράτιο ακόμα και αλειμμένο με λάδι,
να χτυπάτε τρυπάτε με μπουνιές χωσίματα
και την τρίτη τη μέρα ιπποδρομία θα κάνετε
και άλογο θα καταλικεύει. Το άλογο τ' άλλο
και τα άρματα το ένα πάνω στο άλλο
ανάσκελα φυσώντας και λαχάνιασμα σμίγοντας
και άλλοι στις στροφές θα κείνται
καβαλάρηδες ξέπνοοι.
Δεχθείτε ω Πρυτάνεις τη Θεωρία!

(Την παραδίνει στον Πρύτανη που κάθεται επίσημα μπροστά. Αυτός την παίρνει και την τακτοποιεί δίπλα του)

Κοιτάξτε τι πρόθυμα την πήρε ο Πρύτανης!
Αν έλεγα παρ' την, χωρίς κέρδος όμως,
δεν θα την έπαιρνες.
Θα προφασιζόσουν τάχα ημέρα αργίας.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δείξου στους εραστές σου
ολόκληρη δώσου
που λιώνουμε για σένα,
δεκατρία χρονάκια,
λύσε τις ταραχές και τις μάχες
να σε λέμε Λυσιμάχη,
σταμάτα μας τις γκρίνιες που εφευρίσκουμε συνεχώς
που ξεφωνίζουμε ο ένας στον άλλον.
Ανακάτεψε τους Έλληνες όλους
πάλι απ' την αρχή
σε φιλίας χυλό, και το νου τους
με πραότητα σμίξ' τον και άφεση,
και να γεμίσει η αγορά ω θεά, μ' αγαθά
και σκόρδα και σύκα και μήλα και ρόδια κι αγγούρια
και κάπες μικρές για τους δούλους.
Και κάνε να δούμε τους Βοιωτούς
να μας φέρνουν χήνες και πάπιες
και τροχίλους και φάσες
και χέλια παχιά Κωπαϊδας,
και να τρέχουμε εμείς
πατείς με πατώ σε να παίρνουμε
Μόρυχο σπρώχνοντας και Τελέα
και Γλαυκέτη και βάλε
και τους άλλους τους λαίμαργους.
Και να έρθει κι ο Μελάνθιος όταν τελειώσουν
και να βάλει τα κλάματα όπως η
Μήδεια, "χάθηκα χάθηκα...
μου τα πήραν όλα τα κρυμμένα στα σέσκουλα".
Και ολόγυρα όλοι να ακούν και να χαίρονται.
Αυτά που του ζητούμε πολυτίμητη δος τα μας.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όχι. Δεν είναι. Είναι ο Ιεροκλής από τον Ωρεό.
Ο χρησμολόγος.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι θα μας πει τάχα;
ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Για ποιον η θυσία; Δεν θα μου πείτε;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μη μας μιλάς. Θυσιάζουμε στην Ειρήνη.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Άμυαλοι θνητοί και δύστυχοι! Ω!...

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Δεν ήταν θέληση θεών να λύσουμε την Ειρήνη...
Έπρεπε πρώτα...

ΕΡΟΚΛΗΣ
Σύμφωνα με ποιο χρησμό κάνατε τη θυσία;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Με τον όμορφο εκείνο χρησμό του Ομήρου:
"αφού του πολέμου τα σύννεφα τα 'διωξαν
κάναν ειρήνη και ανάψαν βωμό
κι αφού τα μπούτια ψήθηκαν
και χόρτασαν εντόσθια
γέμισαν τα ποτήρια και έκαναν σπονδές.
Κι εγώ τα κανόνιζα - και κανένας δεν έδινε
στο χρησμολόγο ποτήρι".

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Δεν τα ξέρω αυτά. Δεν τα είπε η Σίβυλλα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ο σοφός ο Όμηρος πανέξυπνα το είπε.
"Άμυαλος κι ανόσιος και άσπιτος είναι εκείνος,
που η ψυχή του αγαπά εμφύλιο πόλεμο".

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Σκέψου μήπως σε γελάσει με δόλο
και σ' αρπάξει το γεράκι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Φύλαγε εσύ τα εντόσθια παιδί μου.
Τα απειλεί ο χρησμός του.
Και φέρε κρασί για τις σπονδές και μεζέδες.

ΧΟΡΟΣ
Τώρα σιωπή και κάποιος να βγάλει έξω τη νύφη
και λαμπάδες να φέρει κι όλοι να εύχονται
και μπράβο να λένε.
Να πάμε ξανά στα χωριά και χωράφια μας
αφού χορέψουμε κι αγαπηθούμε και τον Υπέρβολο διώξουμε
και στους θεούς ευχηθούμε
πλούτο να δίνουν στους Έλληνες
και όλοι τους να 'χουνε στάρι πολύ
και βαρέλια πολλά και γεμάτα
και σύκα να τρώμε
και να γεννούν οι γυναίκες μας
και τ' αγαθά όσοι χάσαμε
να τα μαζέψουμε πάλι
Να πεθάνουν τα όπλα!!!!!!

(Βγάζουν έξω την Οπώρα νύφη)

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Αυτή γλυκειά σαν σύκο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όταν φας και πιείς πολύ
τότε θα το πεις.

ΧΟΡΟΣ
Υμέναιε ! Ω!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ω χαίρετε άντρες χαίρετε!
Κι αν μ' ακολουθήσετε
θα φάτε και φραντζόλα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου